Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Baby, we need to talk

Ξέρεις (θυμάσαι) πώς είναι.

Τον γνωρίζεις (συγγνώμη, αγόρια, κάντε μόνοι σας τις αντικαταστάσεις των αντωνυμιών), τον γουστάρεις, τα φτιάχνετε, είσαι ο καλύτερος εαυτός σου. Όπου «καλύτερος», βάλε τον εαυτό που δεν ζητάει και πολλά, που ταιριάζει όσο περισσότερο γίνεται μαζί του, που ερωτεύεται ξαφνικά την πανκ και το ελεύθερο κάμπινγκ, που μαθαίνει να μαγειρεύει eggs benedict και δεν αφήνει ποτέ τις βρόμικες κάλτσες στο πάτωμα του υπνοδωματίου. Που είναι μες στη γλύκα και την ευγένεια, που δεν έχει ανάγκη από τόσο προσωπικό χώρο και χρόνο τελικά, που δεν γκρινιάζει, δεν φωνάζει, δεν φοράει τρύπιες φόρμες και δεν ξεχνάει ποτέ να κάνει αποτρίχωση.

Κι ύστερα ο καινούριος δεν είναι πια καινούριος. Κι εσύ ξαναγίνεσαι σιγά σιγά ο εαυτός σου, χωρίς επιθετικό προσδιορισμό. Πιο χαρούμενη και γεμάτη, αν είσαι τυχερή, αλλά πάντως ο εαυτός σου. Που ζητάει ό,τι έχει ανάγκη και καμιά φορά έχει ανάγκη να μείνεις μόνη στον καναπέ και να μη μιλήσεις ούτε στην τηλεόραση. Που φοράει πού και πού τρύπιες φόρμες χωρίς κάλτσες, γιατί βρίσκονται όλες στο πάτωμα του υπνοδωματίου, που θυμώνει, φωνάζει, γκρινιάζει και έχει θυμηθεί πια γιατί η κουζίνα δεν ήταν ποτέ το αγαπημένο σου μέρος στο σπίτι.

Στο σημείο αυτό (ξέρεις, θυμάσαι), ο καινούριος έρωτας, που έχει αρχίσει να παλιώνει ελαφρώς, είτε φρικάρει και κάνει δυο βήματα πίσω, γιατί άλλο μοντέλο πίστευε ότι αγόρασε, είτε χαμογελάει καταλαβαίνοντας, πηδάει πάνω από τις κάλτσες, σε παίρνει από το χέρι και μαζί περνάτε σε μια νέα φάση σχέσης, χωρίς καλύτερους εαυτούς, μόνο με τους δικούς σας. Ψέματα, υπάρχει και η τρίτη εκδοχή, η πιο ρεαλιστική και συνηθισμένη, όπου μπαλαντζάρετε μαζί ανάμεσα στις δύο πρώτες, μέχρι να βρείτε τις καινούριες ισορροπίες και να αποφαίσετε ότι ναι, τελικά, μπορείτε κι έτσι να κάνετε μαζί.

Δεν είμαι σίγουρη πότε ακριβώς συμβαίνει αυτό στα γκομενικά, πάντως στη μητρότητα μου συνέβη εκεί, στα τρία χρόνια της Στεφανίας. Διαβάστε τη συνέχεια »

Ο 25άρης νέος Έλληνας επιχειρηματίας μου λέει: «Μην προσλαμβάνεις γονείς, η επιχείρηση δε θα γίνει ποτέ η πρώτη τους προτεραιότητα». Λυπάμαι, αναρωτιέμαι, εξοργίζομαι. Κι ύστερα κοιτάζω τριγύρω. Οι μαμάδες φτιάχνουν επιχειρήσεις. Μπορεί να μη βάζουν προτεραιότητες με το γραμμικό τρόπο μιας άφυλης κοσμοθεωρίας, όμως αυτό δεν τις εμποδίζει να τα δίνουν όλα, κάθε στιγμή.

Οι μαμάδες φτιάχνουν επιχειρήσεις. Εύκολα; Όχι πάντα. Χωρίς βασανιστικές σκέψεις; Σχεδόν ποτέ. Χωρίς ενοχές, κούραση, αυτοαμφισβήτηση; Σε καμία περίπτωση. Το μετανιώνουν ποτέ; Ίσως, αλλά προς το παρόν δεν ξέρω καμία.

Η Α., που έστησε τη δική της μικρή επιχείρηση πριν από 6 μήνες περίπου, μου λέει ότι όσους πελάτες έχει, άλλοι τόσοι επικοινωνούν μαζί της για συμβουλές, με βάση την εμπειρία της. «Σκέφτομαι κι εγώ να κάνω αυτό, να κυνηγήσω εκείνο. Πού το ανακάλυψες αυτό; Πού βρήκες άκρη με τη γραφειοκρατία». Οι μαμάδες επιχειρούν.

Διαβάστε τη συνέχεια »

Why write?

Η πιο συχνή ερώτηση που μου κάνουν στις παρουσιάσεις του Κοιλίτσα.com (the book) είναι «μα πώς σου ήρθε και ξεκίνησες ένα μπλογκ, ειδικά για μια τόσο προσωπική φάση όπως η εγκυμοσύνη;».

Η αλήθεια είναι ότι κάθε φορά η ερώτηση με βρίσκει εξίσου απροετοίμαστη και πάντα σκέφτομαι να απαντήσω με κάποιο αφόρητο κλισέ του τύπου «το γράψιμο είναι ψυχοθεραπεία». Ευτυχώς θυμάμαι εγκαίρως γιατί αυτή η φράση συνήθως μ’ ενοχλεί και ψάχνω με μανία στο μυαλό μου την αλήθεια. Η οποία είναι πάντα εκεί και περιμένει: η αλήθεια είναι ότι ξεκίνησα ένα μπλογκ γιατί ήθελα κάπου να γράψω αυτά που δεν μπορούσα/τολμούσα/ήξερα πώς να πω.

Γιατί έτσι είναι, νομίζω: αν μπορείς με σχετική ευκολία να μιλήσεις γι’ αυτά που σε απασχολούν (ακόμα κι αν, φαινομενικά, δεν απασχολούν κανέναν άλλον), αν τολμάς να ξεκινήσεις κουβέντα για όσα νιώθεις, χωρίς να σε ρωτήσει κάποιος κάτι συγκεκριμένο, αν ξέρεις πώς να μετατρέψεις το κουβάρι των σκέψεων και των συναισθημάτων σου σε λόγο με ροή, τότε, αλήθεια, δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος να μπεις στο τρενάκι του τρόμου που είναι πολλές φορές το γράψιμο.

Διαβάστε τη συνέχεια »

Η μαμά μου έκανε πάλι πάρτι για μαμάδες. Τώρα εγώ έχω διαπιστώσει ότι στα δικά μας πάρτι οι μαμάδες αγοράζουν μικρά δωράκια για τα παιδάκια, οπότε υπέθεσα ότι είναι η σειρά μου να αγοράσω δωράκια για τις καλεσμένες της μαμάς. Να αγοράσω τρόπος του λέγειν, γιατί με τα μονόλεπτα που μου δίνουν για να παίζω ο κυρ Αντρέας μου είπε πως ούτε τσίχλα δεν μπορώ να πάρω. Οπότε έσκισα μια σελίδα από το ημερολόγιό μου, την έβγαλα φωτοτυπίες, τις τύλιξα με ό,τι κορδελάκι μπόρεσα να ξετρυπώσω κάτω από τον καναπέ και το μπαούλο και τις έδωσα στη μαμά για να τις πάρει μαζί της. Μετά φόρεσα το φόρεμά μου και περίμενα ήσυχα ήσυχα να ξεκινήσουμε, αλλά η ξεδιάντροπή μαμά πήγε στο πάρτι μόνη της κι εμένα με άφησε στο σπίτι. Και νόμιζε ότι θα ξεμπερδέψει έτσι, με ένα «ευχαριστώ». Αλλά έτσι είναι. Όταν μεγαλώνεις λίγο και φτάνεις άνετα το τραπέζι με τα φαγητά, ξεχνάς να πάρεις μαζί σου στο πάρτι αυτούς που κουράστηκαν για να το οργανώσουν. Και να σκεφτείς ότι η σελίδα μου έγραφε… Να κοίτα τη έγραφε:

Μαμά μου,

Αποφάσισα να αφήσω για λίγο στην άκρη το παράπονό μου που δεν θέλεις πια να τραγουδάμε μαζί χριστουγεννιάτικα τραγούδια (δεν καταλαβαίνω τι σχέση έχει η άνοιξη με αυτό), και να σου πω τι σκέφτομαι τα βράδια, λίγο πριν κοιμηθώ, κουκουλωμένη κάτω από το πάπλωμα με το οποίο επέμενες να σκεπαστώ (είχες δίκιο ότι κρύωνα, απλώς ήθελα μια αγκαλιά ακόμα).

Σκέφτομαι ότι… είσαι σπουδαία μαμά.

Είσαι σπουδαία μαμά γιατί έμαθες ξαφνικά ότι θα σου αλλάξω τη ζωή, και έκανες χώρο για μένα και το χάος μου.

Είσαι σπουδαία μαμά γιατί κοίταξες τη στρογγυλή κοιλιά σου και σκέφτηκες «το περιεχόμενο μετράει» (κι ας είχες κάνει τόσους κοιλιακούς για να τη φέρεις σε λογαριασμό).

Είσαι σπουδαία μαμά γιατί μου μιλούσες κάθε μέρα. Κι αντί να μου μιλάς μόνο με χαϊδευτικά, μου μίλησες και για τους φόβους σου. Έτσι τώρα μπορώ κι εγώ να σου μιλήσω για τους δικούς μου.

Είσαι σπουδαία μαμά γιατί μπορεί να μην ένιωθες έτοιμη να με μεγαλώσεις, αλλά αποφάσισες να μεγαλώσουμε μαζί.

Είσαι σπουδαία μαμά γιατί έχεις ενοχές. (Εσύ ξέρω ότι θα ήθελες να μην τις έχεις –όμως αν δεν τις είχες πού και πού, τι θα σου θύμιζε πως αγαπάς τόσα πράγματα και πως θέλεις να κάνεις χώρο για όλα;)

Είσαι σπουδαία μαμά γιατί θυμώνεις, γιατί φωνάζεις, κι ύστερα ζητάς συγγνώμη και μου λες «έκανε βλακεία η μαμά. Συγγνώμη». Έτσι μαθαίνω να ζητάω συγγνώμη κι εγώ. (Αλλά τα φιλιά είναι το καλύτερο κομμάτι.)

Είσαι σπουδαία μαμά γιατί μ’ αφήνεις να σε μεταμορφώνω. Το ξέρω πως αυτό σε τρομάζει καμιά φορά, αλλά μετά κοιτάζεις πίσω και χαμογελάς. Μ’ αρέσει να χαμογελάς.

Είσαι σπουδαία μαμά γιατί καις το φαΐ και τρώμε σουβλάκια, γιατί μου δείχνεις τις ραγάδες στο δέρμα σου από την εγκυμοσύνη, γιατί μου λες πώς αισθάνεσαι και με μαθαίνεις να το κάνω κι εγώ.

Είσαι σπουδαία μαμά γιατί δεν ήσουν ποτέ σίγουρη ότι μπορείς να γίνεις καλή μαμά. Κι όμως δε φοβήθηκες να δοκιμάσεις. Τελικά, έγινες πολλά παραπάνω.

Είσαι σπουδαία μαμά γιατί καμιά φορά φοβάσαι κι εσύ το σκοτάδι, καμιά φορά κλαις, καμιά φορά χύνεις το γάλα στο πάτωμα της κουζίνας, καμιά φορά θα ήθελες να χτυπήσεις τα πόδια σου κάτω και να φωνάξεις να έρθει κάποιος να σε φροντίσει. Τότε μου λες ότι δεν είσαι τέλεια κι εγώ σου λέω ότι είσαι σπουδαία.

Με αγάπη

Η μικρή σου (μια οποιαδήποτε) φασολιά

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η Στεφανία κοιτάζει την κοιλιά της.

«Κοιλίτσα; Πεινάς; Κοιλίτσα; Χόλτασες;»

Τι λέει; Με ρωτάει.

Σηκώνω τους ώμους. Θα πρέπει να κλείσεις τα μάτια σου και να ακούσεις, της λέω.

***

Η κυρία στο διπλανό τραπέζι με κοιτάζει λοξά.

Πιθανότατα αν έλεγα, Στεφανία φτάνει, θα γίνεις χοντρή, να μη μου έριχνε ούτε μισή ματιά.

Αν έλεγα, δίαιτα, ζυγαριά, τόφαλος, θερμίδες, να κουνούσε το κεφάλι συμφωνώντας.

Όλοι τα συζητάνε αυτά, μου λέει η μαμά μου. Γιατί κάνεις έτσι;

***

Έχει δίκιο.

Σχεδόν όλοι (ή μάλλον, όλες) τα συζητάμε αυτά, και δεν βγάζω τον εαυτό μου απ’ έξω.

Κι αν δεν τα συζητάμε, τα σκεφτόμαστε, τα φοβόμαστε, τα αισθανόμαστε, ζούμε πρωί και βράδυ μ’ αυτά, φτάνοντας να τα θεωρούμε φυσιολογικά και αναπόφευκτα.

Ώσπου μια μέρα…

Διαβάστε τη συνέχεια »

Αγαπητέ Άγιε Βασίλη,

Καταρχάς να σε διαβεβαιώσω ότι καταδικάζω με (παγωμένα) χέρια και πόδια το γεγονός ότι το μόνο χριστουγεννιάτικο τραγούδι που έχει γραφτεί για σένα είναι τα κάλαντα της πρωτοχρονιάς –κι ακόμα κι εκεί αναφέρεσαι μόνο μία (1) φορά, μετά ακόμα κι από το Χριστούλη –που στο κάτω κάτω έχουν περάσει τα γενέθλιά του.

Κατά δεύτερον, θα ήθελα να σου πω ότι δεν είχα πρόθεση να σου ζητήσω κάτι φέτος, αλλά διαπίστωσα ότι τα δώρα που μου φέρνουν οι υπόλοιποι είναι στην πραγματικότητα δώρα για σένα (ένα βιβλίο με φωτογραφίες σου τα ξαδέρφια μου και ένα πορτρέτο σου για τον τοίχο η θεία Σίσσυ). Οπότε θα ήθελα να σου ζητήσω μία πεταλούδα και μία γατούλα –τις ζήτησα και από τη μαμά, αλλά υποψιάζομαι ότι θα μου τις φέρει ως σχέδια σε σεντόνι. Επίσης, θα ήθελα ένα ιδιαίτερο μάθημα με την Ντόρα –Ξερόλα- την Εξερευνήτρια για να μου εξηγήσει για ποιο λόγο η μαμά με στραβοκοιτάζει όταν λέω τα σιντιά «σιντιά» και τις χελόου κίτες, «χελόου κίτες». Στην αρχή είχε χαρεί πολύ που κατάλαβα πώς γίνεται ο πληθυντικός.

Διαβάστε τη συνέχεια »

Lexico city

Όταν ήμουν δύο χρονών και ενός μήνα, ο μπαμπάς μου που είναι φιλότιμος, εργατικός και συμπονετικός (όχι σαν τη μαμά μου που μόνο παρουσιάσεις ξέρει να κάνει), κάθισε κι έφτιαξε το λεξικό μου -διαβάστε το για να μπορούμε να συνεννοηθούμε αν τυχόν με φορτώσει σ’ εσάς η μαμά μου για να πάει να κάνει καμία παρουσίαση.

Έχουμε και λέμε λοιπόν:

  1. τατά!
  2. Τσίτσα, τσίτσα μαμά!
  3. Ήρτε η μαμά!
  4. Ούτα, ούτα, ούτα, ούλα, ούλα, ούλα. Άκι, άκι, άκι. Ούτα, ούτα, ούτα, ίτσα, ίτσα, ίτσα. Άλλη ίτσα, ίτσα, άκι, ούτα, ούλα!
  5. Ητώωω!
  6. Μπσίχρσσα. Κύο. Μπούζι.
  7. Μπαζί, μπαμπά, μπαζί!
  8. Απέ! Μπαζί, μπαμπά!
  9. Άνω Άννα.
  10. Ήθρα, ζβουν!
  11. Κούνια, μπέλλα, ηλά μαμά, ηλά, ναιαιαι!
  12. Ύλι, όλο, ναιαιαι!
  13. Πάω μαμά.

Μετάφραση

  1. Κακά!
  2. Τσίσα, τσίσα μαμά!
  3. Ήρθε η μαμά!
  4. Σταχτοπούτα, Σταχτοπούτα, Σταχτοπούτα, πλατούλα, πλατούλα, πλατούλα. Δαχτυλάκι, δαχτυλάκι, δαχτυλάκι. Σταχτοπούτα, Σταχτοπούτα, Σταχτοπούτα. Μασχαλίτσα, μασχαλίτσα, μασχαλίτσα. Άλλη μασχαλίτσα, μασχαλίτσα, δαχτυλάκι, Σταχτοπούτα, πλατούλα! Κοινώς λέγε μου τη Σταχτοπούτα για να κοιμηθώ και χάιδευέ μου την πλατούλα.  Όχι με όλη την παλάμη, μόνο με το ένα δαχτυλάκι. Μη ξεχνιέσαι. Λέγε μου τη Σταχτοπούτα. Τη μασχάλη τώρα. Την άλλη. Με το ένα δαχτυλάκι είπαμε. Μη ξεχνιέσαι, τη Σταχτοπούτα. Κάνε μου και την πλατούλα τώρα και κοιμήθηκα.
  5. Ευχαριστώ!
  6. Ψύχρα, κρύο, μπούζι.
  7. Μαζί μπαμπά, μαζί.
  8. Στον καναπέ μπαμπά. Μαζί.
  9. Πάνω, Ιωάννα.
  10. Τσουλήθρα. Ζβουν!
  11. Κούνια μπέλα. Ψηλά μαμά, ψηλά, ναιαιαι!
  12. Σταφύλι, όλο το έφαγα, ναιαιαι!
  13. Πάω μαμά.

By Alexandra K*

Που λες, η Στέλλα κι εγώ δυσκολευόμαστε με τους ανθρώπους. Η Στέλλα κι εγώ είμαστε φοβερά έξυπνες και διασκεδαστικές και κουλ αλλά μόνο μέσω μέηλ. Η Στέλλα κι εγώ στο “από κοντά” το χάνουμε. Εγώ κι η Στέλλα, η Στέλλα κι εγώ, είναι να μη σου τύχουμε.

Την Στέλλα τη συνάντησα εδώ και τη γνώρισα μέσω μέηλ. Η ηλεκτρονική μας σχέση μετρούσε ήδη τρεις μήνες (αϋπνίας, βαθέων εξομολογήσεων, πολύ γέλιου, πολύ κλάματος) όταν άνοιξε η κουρτίνα δύο και βγήκαν από μέσα η αναλογική Στέλλα και η αναλογική Στεφανία και άρχισε επίσημα το φεστιβάλ αμηχανίας: η Στεφανία και η Νίκη -τριών μηνών ζωάκια- χυμένες όπως όπως πάνω σ’ ένα κρεβάτι, κι η Στέλλα κι εγώ από πάνω τους να περιμένουμε κάτι να γίνει – λίγο interaction βρε κορίτσια, δε ζητάμε πολλά, ένα small talk, κάτι μικρό, να σπάσει ο πάγος.

Εκείνο το βράδυ, η επικοινωνία των μικρών κοριτσιών περιορίστηκε σε ένα κοινό χασμουρητό.

Διαβάστε τη συνέχεια »

Summer issue

Τη μαμά μου, επιτέλους, την έπιασε το καλοκαίρι.

Αυτό σημαίνει ότι μου τραγουδάει απ’ το πρωί ως το βράδυ το «μικρό καράβι» (ηλίθιο τραγούδι,μπάι δε γουέι: έβαλαν ένα τσούρμο παιδάκια στο πλοίο, που τα μισά κοιτάζονταν όλη μέρα στον καθρέφτη και τα άλλα μισά την είχαν ψωνίσει ότι ήταν πριγκίπισσες, και περίμεναν ότι δε θα ξέμεναν στα λοτζίστικς;) και ότι με παράτησε δύο Σάββατα για να γράψει ένα διήγημα, λέει, για τη Lifo, με φόντο την Αίγινα. (Αν και εγώ πιστεύω ότι στην πραγματικότητα πήγε για μπάνιο μόνη της και πήρε μαζί και τα κουβαδάκια μου.)

Κατά τα άλλα, ένα παγωτό δε μου ‘χει πάρει ακόμα να το πασαλείψουμε στο χαλί να ξεδώσουμε.

Your hand is mine

Το θέμα δεν είναι να κάνεις από νωρίς τη διαθήκη σου –δηλαδή, ποιος νοιάζεται ποιανού θα είναι τα πράγματά μου όταν εγώ πεθάνω; Το θέμα είναι ποιανού είναι τα πράγματά μου τώρα που είμαι μια χαρά και στο άγχος της ηλικίας μου.

Για να βάλουμε λοιπόν τα πράγματα στη θέση τους: το παπάκι μου είναι δικό μου. Ο κουβάς με τα τουβλάκια είναι δικός μου. Το κρεβάτι μου είναι δικό μου. Και το κρεβάτι της μαμάς και του μπαμπά πάλι δικό μου είναι. Το καρπούζι είναι δικό μου (χωρίς τα κουκούτσια). Το σαμπουάν του μπαμπά είναι δικό του, αλλά μόνο επειδή με τσούζει στα μάτια. Η πολυκατοικία είναι δική μου, και κανείς δεν επιτρέπεται να κατεβαίνει τις σκάλες της ενώ είμαι εγώ μπροστά, ειδικά αν είναι ο κύριος που καθαρίζει την είσοδο. Και οι βρομιές τις εισόδου δικές μου είναι. Επίσης είναι δικά μου: το ποδήλατό μου, τα ποδήλατα όλων των παιδιών στην παιδική χαρά, η τραμπάλα με τη μαμά από πίσω μου να με κάνει πάνω-κάτω, η μαμά η ίδια, η τσουλήθρα, όλο το γάλα (αγελαδινό και κατσικίσιο) που παράγεται καθημερινά στην επικράτεια, το τηλεκοντρόλ, τα κανάλια και οτιδήποτε βρίσκεται μπροστά μου τη στιγμή της κατοχύρωσης. Δηλαδή κάθε στιγμή.

Διαβάστε τη συνέχεια »